5 Οκτ 2008

Δευτέρα 8 Σεπ 2008

Από το Παρανέστι στο Παρθένο Δάσος Φρακτού [3:22 ώρες, 25 χλμ.]


Το σημείο του Νέστου, στη σιδηροδρομική γέφυρα στο Παρανέστι, όπου κοιμηθήκαμε πλάι στο νερό, δίπλα στο σπίτι του Ορέστη.




Οι δυο επόμενες μέρες απαιτούν καλή οργάνωση, γιατί αποφασίσαμε να τις αφιερώσουμε σε ένα χώρο που δε σηκώνει αστεία από ποδηλατικής απόψεως: τα δάση της Ροδόπης.

Θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε ένα ερημικό χωματόδρομο σε άγρια βουνά, καλύπτοντας μια απόσταση 130 περίπου χλμ. δύσκολης διαδρομής μέχρι αύριο το απόγευμα που θα βγούμε πάλι σε άσφαλτο κάπου στο δρόμο για το Νευροκόπι. Ο καιρός φαίνεται σχετικά καλός και φαίνεται ότι θα μας το επιτρέψει. Οι φίλοι από τη Δράμα θα έρθουν με αυτοκίνητο στο Παρανέστι να μας συναντήσουν, θα μας μεταφέρουν για 35 περίπου χιλιόμετρα μέχρι το σημείο όπου τελειώνει η άσφαλτος στα Θερμιά, εκεί θα με απαλλάξουν από το τρέιλερ επειδή θα είναι πολύ δύσκολο να κινηθώ σέρνοντάς το στους χωματόδρομους, θα φέρουν το ποδήλατο βουνού του Σάκη γιατί με το ποδήλατο δρόμου που έχει θα είναι αδύνατο να επιβιώσει στο χώμα, θα φορτώσουμε τα ποδήλατα μόνο με τα άκρως απαραίτητα τρόφιμα ρούχα και υλικά επιβίωσης σε βροχή, ενώ κανονίσαμε με το Δασαρχείο να κοιμηθούμε στο δασικό χωριό του Φρακτού ώστε να μην κουβαλήσουμε κάποια πράγματα όπως σκηνές και υπνόσακκους. Οι φίλοι θα μας ξαναφέρουν τα πράγματά μας αύριο βράδυ στο Νευροκόπι. Στα μέρη αυτά το κινητό γενικά δεν πιάνει. Κάνουμε ένα τελευταίο έλεγχο στα ποδήλατα, και θα πρέπει οδηγώντας συντηρητικά και προσεκτικά να ανταπεξέλθουμε στη δύσκολη διαδρομή.

Εκεί που καθόμαστε στην άκρη του δρόμου στο Παρανέστι, περνά μια συμπαθέστατη γιαγιά κρατώντας κάτι στα χέρια της. Μόλις καταλαβαίνει από την ομιλία μας ότι είμαστε ξένοι, λέει ξαφνικά: "Είστε ξένοι; Θέλετε κάτι να φάτε;" Και μας δίνει μεμιάς το ένα από τα δύο κεσεδάκια που κρατά στα χέρια της. Πρέπει να εξηγηθεί τι περιείχε: λέγεται κεσκέσι, είναι ένα ποντιακό φαγητό, και γίνεται από αλεσμένο κοτόπουλο και σιτάρι. Αυτό το περίεργο πράγμα, εκτός από την καταπληκτική του γεύση θα αποδειχτεί μια "ντόπα" πρώτης τάξεως.

Οι φίλοι μας έρχονται, φορτώνουμε τα πάντα, ξεινάμε για τα βόρεια. Η διαδρομή είναι δύσκολη όσο και υπέροχη, αλλά μας βεβαιώνουν ότι θα πρέπει να νιώθουμε τυχεροί που κερδίζουμε αυτά τα 35 χιλιόμετρα επειδή αυτά που μας περιμένουν είναι πολύ πιο δύσκολα και πρέπει να εξοικονομήσουμε δυνάμεις για να μπορέσουμε να φτάσουμε στο Φρακτό πριν νυχτώσει. Όταν φτάνουμε στα Θερμιά, η άσφαλτος τέλος. Πριν από αυτή όμως, πολύ πριν, έχει τελειώσει ο πολιτισμός...

Τα άγρια δάση ήδη υποφέρουν από την ξηρασία. Οι βροχές φέτος ανύπαρκτες. Τα ρέματα που κάποτε κατέβαζαν άφθονα νερά, άδεια. Όμως τα θερμά νερά στα Θερμιά αστείρευτα. Εκεί θα βρεθούμε σε μια αυτοσχέδια παραγκούπολη, αλλά πεντακάθαρη, με αυτοσχέδιες παράγκες όπου υπάρχουν άνθρωποι μέσης ηλικίας και άνω κατά κανόνα από τα γύρω χωριά και την περιοχή που πηγαίνουν για λουτροθεραπεία. Η φιλοξενεία τους είναι μια έκπληξη. Μόλις σε δουν χωρίς να σε γνωρίζουν, οι γυναίκες θα σε φέρνουν να κάτσεις στο "μαγερειό", όπου θα σε ρωτήσουν από πού είσαι, και όπου θα μας ψήσουν κάτι πεντανόστιμες σαρακατσάνικες τηγανίτες με λάχανο κλπ. Το ζεστό νερό τρέχει μόνιμα σε μια χτισμένη βάθρα, όπου κάνει μπάνιο όποιος θέλει - ένας πειρασμός στον οποίο κανείς δεν αντιστέκεται.



Αχ τι εύκολα περνά ο χρόνος με την παρέα! Είναι πια μεσημέρι, και το βουνό μας περιμένει. Όλοι μαζί θα φάμε στο πόδι ένα μεσημεριανό, ενώ οι φίλοι που ξέρουν τα παραδοσιακά φαγητά της περιοχής θα αφήσουν σε εμάς τους δύο να μοιραστούμε το κεσκέσι: ξέρουν ότι αυτός ο θρεπτικός "δυναμίτης" θα μας κρατήσει για το δρόμο. Ένας τελευταίος έλεγχος στα ποδήλατα, και η περιπέτεια αρχίζει.


Στον ήλιο του μεσημεριού έτοιμοι για το βουνό.

Ο δρόμος είναι ανηφορικός. Μέχρι το εργοτάξιο του Φρακτού μας περιμένουν 30 χιλιόμετρα με συνεχή ανηφόρα. Ευτυχώς ο δρόμος εδώ είναι καλά στρωμένος με "3Α" και δε μας δυσκολεύει. Βέβαια η σκόνη σκόνη.

Και τα βουνά βουνά... Πολλά βουνά. Το ένα διαδέχεται το άλλο. Το κινητό έχει τεθεί εκτός δικτύου.


Στη "διασταύρωση", όπου έχουμε σκαρφαλώσει στα 1200 μέτρα, και μας περιμένουν άλλα 14 χιλιόμετρα μέχρι τα 1430 πριν το εργοτάξιο του Φρακτού.

Η θερμοκρασία έχει πέσει, αλλά έχει αρκετή ζέστη που μας επιτρέπει να είμαστε με ένα ρούχο και ιδρωμένοι από την ανηφόρα. Ο ουρανός είναι γενικά καθαρός, ενώ περαστικά σύννεφα κρύβουν περιστασιακά τον ήλιο και προσφέρουν ωραίες εικόνες πάνω στις βουνοπλαγιές.



Τα βουνά μοιάζουν ατελείωτα. Μόλις περάσεις το ένα, αρχίζεις το άλλο.



Σε μια ράχη φτάνουμε σε ένα εργοτάξιο, ένα λατομείο όπου μερικοί εργάτες δουλεύουν στο σπάσιμο αδρανών για τους δρόμους. Μας δίνουν νερό από ένα παγούρι τους. Σε λίγο μας λένε ότι θα βρούμε την πηγή. Οι εργάτες είναι Έλληνες Βούλγαροι και Αλβανοί. Κάτι ψημένοι άνθρωποι του βουνού, θηρία δύναμης. Συναντάμε ένα Αλβανό βοσκό αγελάδων. Το δάσος πάντα συνεχίζεται. Όπως και η ανηφόρα.



Στο τελευταίο διάσελο πριν το Φρακτό μας έχουν πει ότι σε εκείνο το σημείο το κινητό "πιάνει λίγο". Φτάνουμε όταν είναι προχωρημένο απόγεμα. Συναντάμε μία δασολόγο του Δασαρχείου, και η βοήθειά της για να μείνουμε στον ξενώνα μας συγκινεί.



Υπάρχει μία καταπληκτική ησυχία στο χώρο. Στα αυτιά σου δεν φτάνει κανείς ήχος, απολύτως κανείς. Μόνο κάπου κάπου κάποιο πουλάκι του δάσους ακούγεται. Αυτό εδώ σίγουρα είναι ο ορισμός της ησυχίας. Ο ήλιος χάνεται πίσω από το δάσος, και μένουμε με την αίσθηση της απόλυτης μοναξιάς.


Το τελευταίο φως πάνω στα βουνά του Φρακτού.

Δεν υπάρχουν σχόλια: